τυπολατρία

τυπολατρία
η, Ν
η ιδιότητα τού τυπολάτρη, η υπερβολική προσήλωση στους τύπους εις βάρος τής ουσίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τυπολάτρης. Ένας τ. τυπολατρεία (< τύπος + λατρεία) μαρτυρείται από το 1888 στον Εμμ. Ροΐδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • τυπολατρία — η η υπερβολική προσκόλληση στους τύπους, η παραμέληση της ουσίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τυπολατρικός — ή, ό, Ν [τυπολάτρης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον τυπολάτρη ή στην τυπολατρία …   Dictionary of Greek

  • Αλγκαζέλ ή Αλ Γκαζάλι — (Αμπού Χάμετ Μοχάμετ Αλ Γκαζάλι, Τους Νελ Κορασάν, Ιράν 1058 – 1111). Άραβας φιλόσοφος, θεολόγος και νομικός. Ο A.Γ. υπήρξε υπερασπιστής της μουσουλμανικής ορθοδοξίας εναντίον της επιρροής της ελληνικής φιλοσοφίας στον ισλαμικό χώρο και της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”